Τρίτη 1 Μαΐου 2012

ΜΑΗΣ Ο ΣΗΜΑΙΟΦΟΡΟΣ

Της Αγγελικής Βαρελλά

Κάποτε, σαν ήμουν μαθήτρια και μας έβαζαν έκθεση με θέμα την άνοιξη, το Μάη ή κάτι σχετικό, έγραφα μονότονα και πάντα στα γραφτά μου τούτη τη φράση: «Νάτος!  Μας ήρθε και πάλι ο Μάης ο σημαιοφόρος, με ξεδιπλωμένη τη σημαία της άνοιξης!»
Τώρα γιατί τον είχα οραματιστεί για σημαιοφόρο το Μάη, δεν ξέρω. Ίσως γιατί πάντα θεωρούσα τους σημαιοφόρους σπουδαία πρόσωπα, κι εγώ επειδή ήμουν κοντή δεν έγινα ποτέ μου. Τον φανταζόμουν να παρελαύνει με γρήγορα βήματα, ρυθμικά, κι η σημαία στα δυνατά του χέρια να ξεδιπλώνεται κυματιστά και περήφανα σκορπίζοντας γύρω τα χίλια μύρα της άνοιξης,
Αυτή λοιπόν τη φράση, επειδή είχε αρέσει στον πρώτο μου δάσκαλο συνέχισα να τη γράφω με παραλλαγές σ' όλες τις τάξεις του γυμνασίου και πάντοτε με μεγάλη επιτυχία. Τελικά από το λέγε-λέγε και γράφε-γράφε, ο Μάης εδραιώθηκε μέσα μου ως σημαιοφόρος των εποχών. Και πραγματικά, ποιος άλλος μήνας θα μπορούσε να γίνει σημαιοφόρος; Ο κουτσοφλέβαρος; Αποκλείεται! Ο Απρίλης, ο ψεύτης; Ο Μάρτης, ο δίγνωμος; Οι χειμωνιάτικοι μήνες; Μα αυτοί θα τουρτούριζαν από το κρύο και δεν θα μπορούσαν να κρατήσουν ψηλά τη σημαία. Οι καλοκαιριάτικοι θα ίδρωναν από την πολλή ζέστη. Ενώ ο Μάης! Τι ιδανικός σημαιοφόρος! Γεμάτος ελπίδες με την ξαναγεννημένη φύση, γεμάτος μελωδίες από τα ξέφρενα τιτιβίσματα των πουλιών, γεμάτος ευωδιές από τα ανοιγμένα πέταλα των λουλουδιών, γεμάτος προσδοκίες για το καλοκαίρι και την ξενοιασιά που θα ακολουθήσουν.
Οι Μάηδες της ζωής περνούνε πολύ γρήγορα και φεύγουν ακόμα πιο γρήγορα. Τώρα που δεν είμαι μαθήτρια και δεν γράφω εκθέσεις, θυμάμαι τον Μάη μόνο όταν τον συναντήσω κατά πρόσωπο. Μια Πρωτομαγιά, ας πούμε. Τότε νιώθω την αναπνοή του να μου χαϊδεύει τα μάγουλα και να γεμίζει την ψυχή μου νοσταλγική χαρά. Γιατί ο Μάης είναι για τον καθένα τα νιάτα του.
Προχτές όμως, σαν διάβασα ότι το 1993 ανακηρύχτηκε έτος περιβάλλοντος, ξανάρθε μπροστά μου η αγαπημένη του μορφή, κι ας ήταν Φλεβάρης. Ποιος θα ήταν καλύτερος πρεσβευτής για το έτος αυτό από το Μάη, που αντιπροσωπεύει τα νιάτα της φύσης, την ίδια τη ζωή;
Με τη σκέψη αυτή ξετυλίχτηκε μπροστά μου μια φανταστική σκηνή, σαν παράξενη κινηματογραφική ταινία. Τα πλάνα διαδέχονταν το ένα το άλλο λες κι έπαιζαν μαζί μου ένα παιχνίδι αντιθέσεων.
Είδα λοιπόν να γίνεται μια παρέλαση σ' όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου. Την ίδια μέρα και την ίδια ώρα. Μπροστά σε κάθε παρέλαση, στητός και καμαρωτός ο Μάης με τη σημαία της άνοιξης ξεδιπλωμένη, με πρασινάδες και λουλούδια του κάθε τόπου, με ζουζούνια να βομβούν, με πεταλούδες να χορεύουν, με φτερωτά τ' ουρανού κάθε λογής να τον συνοδεύουν. Κι από πίσω μια μπάντα από «καμπανούλες» ροζ και λιλά. Οι ροζ να ηχούν σε ήχο πρώτο και οι μωβ να κάνουν σεγκόντο. Να τιτιβίζουν τα πουλιά κι ανάμεσα τους κορμοράνοι να χαράζουν τον ουρανό με το ευγενικά τους πετάγματα.  Κι ενώ ξετυλίγονταν έτσι χαρούμενα τα πράγματα ξαφνικά δίπλα στην βασική παρέλαση εμφανίστηκε άλλη μια, χωρίς σημαιοφόρο. Κάτι παιδιά κρατούσαν πάνω σε τεράστια νούφαρα — σαν σε επιτάφιο — ψόφιους κορμοράνους, κατάμαυρους από πίσσα, κορμοράνους που πέθαναν από ασφυξία, καταπίνοντας πετρέλαιο. Κι ήταν μια τραγική αντίθεση δίπλα-δίπλα.
Στην παρέλαση μετείχαν κι άλλα παιδιά με σχολικές ποδίτσες πρόσχαρα πηδώντας σκοινάκι και τραγουδώντας. Κρατούσαν πανό με μηνύματα;
«Προστάτεψε τη φύση για να σε προστατέψει»
«Προστάτεψε τη φύση από τον άνθρωπο»
«Η φύση δεν εκδικείται, έχει όμως συνέπειες»
«Τόσο δύσκολη λοιπόν είναι η φιλία με τη φύση;»
Και άλλα τέτοια.
Οπότε — δίπλα πάλι — εμφανίστηκαν κάτι θλιμμένα παιδιά. «Μα τι έχουν και στα μάτια τους φωλιάζει ο τρόμος;» ρωτούσαν όσοι παρακολουθούσαν την παρέλαση. Και κάποιος που ήξερε, απάντησε: «Είναι μια αντιπροσωπεία παιδιών που ζουν σε πυρηνικές περιοχές». Κι ήταν κι αυτό μια τραγική αντίθεση.
Η φανταστική παρέλαση συνεχιζόταν με δέντρα που περπατούσαν με το ένα τους πόδι. Στην αρχή πορεύονταν τα καταπράσινα δέντρα που θρόιζαν με τη φυλλωσιά τους, αντιτάσσοντας μυστικά με τον άνεμο και υμνώντας το θεό. Αλλά από πίσω ξεπρόβαλαν δέντρα από καμένο δάσος, ίδια σκιάχτρα, απλώνοντας ικετευτικά τα ξερά κλαδιά τους. Και πιο πίσω ακολουθούσαν τα δέντρα ενός  κομμένου δάσους, τραβώντας την «κόμη» τους και μοιρολογώντας για τον ανεξέλεγκτο θάνατο τους. Αντίθεση κι εδώ. Σε μια παρέλαση των βόρειων περιοχών είδα τους τάρανδους να παρελαύνουν με αργό βήμα και να ψάχνουν για τροφή, ενώ παιδιά με ντουντούκες φώναζαν στους περαστικούς: «Οι τάρανδοι δεν έχουν πια χώρους να βοσκήσουν. Τους εξορίζουν οι υλοτομικές βιομηχανίες. Αν πεθάνουν οι τάρανδοι ποιος θα σέρνει το έλκηθρο του  Αι Βασίλη;»
Ύστερα είδα φάλαινες να διηγούνται με θαλασσινούς υπερήχους το μεγαλείο των ωκεανών, να τινάζουν με τους φυσητήρες τους τόνους νερό, κι ενώ ήμουν έτοιμη να γελάσω για το ζωντανό σιντριβάνι τους, είδα δίπλα κάτι φάλαινες έτοιμες ν' αυτοκτονήσουν, να ξεβράζονται στις ακτές μισοπεθαμένες, ποιος ξέρει από ποια φρικτή αιτία. Και τα δελφίνια με τη σειρά τους έκαναν χαριτωμένες χορευτικές φιγούρες σκορπώντας χαμόγελο στα παιδιά, αλλά κι εδώ το γέλιο πάγωσε όταν το πλάνο έδειξε δελφίνια να ψυχορραγούν δηλητηριασμένα από τους ιούς των μολυσμένων νερών. Η διάθεση μου άλλαξε βλέποντας τα σκιουράκια και τα κουναβάκια, τις μικρές ενυδρίδες και τις μικρές φώκιες να διασκεδάζουν τους θεατές με διάφορα νούμερα — σαν μαζορέτες — μα δεν κράτησε για πολύ. Στη διπλανή παρέλαση ξεπρόβαλαν κάτι κυρίες με γούνινα παλτά και μου χάλασαν το κέφι. Μεγαλοπρεπείς ελέφαντες περπατούσαν βαριά και ράθυμα, προσπαθώντας να κρύψουν τους χαυλιόδοντες τους από φόβο μήπως οι άνθρωποι τους σκοτώσουν για να τους πάρουν και να σκαλίσουν μπιμπελό για τις βιτρίνες των σαλονιών τους.
Μια τρύπα από ψηλά, η τρύπα του όζοντος, απειλούσε πως θα τα καταπιεί όλα, κι ένα γκρίζο νέφος γαργαλούσε τους λαιμούς των θεατών και γέμιζε τα μάτια τους δάκρυα. Κι ακολούθησαν κι άλλες τραγικές και χαρούμενες σκηνές για να βλέπω την αντίθεση. Το τέλος της πομπής ήταν συγκλονιστικό.
Μικρές χελώνες αργοπορημένες προσπαθούσαν να φτάσουν μάταια ένα λαγό πρωτοπόρο. Στο καβούκι τους έγραφαν: «Είμαστε για εξαφάνιση. Γιατί;» Κάτι μικρές φώκιες κρατούσαν σημαίες που έγραφαν: «Είμαστε για εξαφάνιση. Γιατί;» Ψηλά πάνω από την παρέλαση γυρόφερναν κύκνοι, που τραγουδούσαν το «κύκνειο άσμα τους». Ρωτούσαν και αυτοί «γιατί.» Κι όλοι όσοι έπαιρναν μέρος στην πομπή άρχισαν να ρωτάνε γιατί;
Και μια μπάντα από καμπανούλες που έκλεινε τη «λιτανεία» σήμαινε το πένθιμο εμβατήριο με λουλουδένιους ήχους. Ύστερα, δεν κατάλαβα πώς, ο Μάης μπήκε σημαιοφόρος και στην άλλη παρέλαση. Κρατούσε μια σημαία ξεδιπλωμένη που έγραφε:« Έτος περιβάλλοντος»  κι είχε πάνω η σημαία πρασινάδες και λουλούδια, ζουζούνια να βομβούν, πεταλούδες  να χορεύουν. Κι η μπάντα με τις   ροζ και τις λιλά καμπανούλες τον ακολούθησε παίζοντας τραγούδια της ζωής αισιόδοξα. «Ας είμαστε αισιόδοξοι» σκέφτηκα, «κάτι θα γίνει, δεν μπορεί. Λεν είναι δυνατόν να αυτοκαταστραφούμε...» Άνοιξα τα μάτια. Η φανταστική κινηματογραφική ταινία τέλειωσε κι ο σημαιοφόρος Μάης πήγε και πάλι και κλείστηκε στις μαθητικές μου εκθέσεις.

Δεν υπάρχουν σχόλια: