Δευτέρα 2 Μαρτίου 2015

ΠΟΙΗΜΑΤΑ 25ΗΣ ΜΑΡΤΙΟΥ



ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΝΑ
Στις θάλασσες πολέμησα
με λένε Λασκαρίνα

και στον αγώνα έγινα
γενναία Μπουμπουλίνα.

Στη θάλασσα κι άλλα παιδιά
μαζί μου αντρειωμένα
πολέμησαν με μια ψυχή
κι έγιναν δοξασμένα.

Είμαι πολύ περήφανη
που έγινα θυσία
τώρα στην Ελλάδα μας
λάμπει ελευθερία.


ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΝΑ:
Στις θάλασσες μεγάλωσα
με λένε Λασκαρίνα
μα στον αγώνα έγινα
γενναία Μπουμπουλίνα.

Μ’ αυτά μου τα πυρπολικά
το θάνατο σκορπούσα
και στις καρδιές το μήνυμα
της λευτεριάς ξυπνούσα.

Της θάλασσας τα άλλα παιδιά
μαζί μου αντρειωμένα
πολέμησαν με μια ψυχή
 και γίναν ξακουσμένα

Tης Λένως Μπότσαρη

Όλες οι καπετάνισσες από το Κακοσούλι,
όλες την Αρτα πέρασαν, στα Γιάννενα τις πάνε,
σκλαβώθηκαν  οι ορφανές, σκλαβώθηκαν οι μαύρες.
Κι η Λένω δεν επέρασε, δεν την επήραν σκλάβα,
μόν' πήρε δίπλα τα βουνά, δίπλα τα κορφοβούνια.
Σέρνει τουφέκι σισανέ κι εγγλέζικα κουμπούρια,
έχει και στη μεσούλα της σπαθί μαλαματένιο.
Πέντε Τούρκοι την κυνηγούν, πέντε τζοχανταραίοι.
«Τούρκοι, για μην παιδεύεστε, μην έρχεστε σιμά μου!
Σέρνω τουφέκια στην ποδιά και βόλια στις μπαλάσκες».
«Κόρη για ρίξε τ' άρματα, γλίτωσε τη ζωή σου».
«Τι λέτε, μωρ' παλιότουρκοι και σεις παλιοζαγάρια;
εγώ είμαι η Λένω Μπότσαρη, η αδερφή του Γιάννη,
και ζωντανή δεν πιάνομαι εις των Τουρκών τα χέρια».

Της Δέσπω Μπότση

-Αχός βαρύς ακούγεται, πολλά τουφέκια πέφτουν.
Μήνα σε γάμο ρίχνονται, μήνα σε χαροκόπι;
-Ούδε σε γάμο ρίχνονται ούδε σε χαροκόπι.
Η Δέσπω κάνει πόλεμο με νύφες και μ' αγγόνια.
Αρβανιτιά την πλάκωσε στου Δημουλά τον πύργο:
«Γιώργαινα, ρίξε τ' άρματα, δεν είναι εδώ το Σούλι.
Εδώ είσαι σκλάβα του πασά, σκλάβα των Αρβανίτων».
«Το Σούλι κι αν προσκύνησε, κι αν τούρκεψεν η Κιάφα,
η Δέσπω αφέντες Λιάπηδες δεν έκαμε, δεν κάνει».
Δαυλί στο χέριν άρπαξε, κόρες και νύφες κράζει:
«Σκλάβες Τούρκων μη ζήσωμε, παιδιά μ', μαζί μου ελάτε»
και τα φυσέκια ανάψανε, κι όλοι φωτιά γενήκαν.
ΤΟ ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΟ
Τούρκοι διαβήκαν, χαλασμός, θάνατος πέρα ως πέρα.
Η Χίο, τ' όμορφο νησί, μαύρη απομένει ξέρα,
με τα κρασιά, με τα δεντρά
τ'αρχοντονήσι, που βουνά και σπίτια και λαγκάδια
και στο χορό τις λυγερές καμιά φορά τα βράδια
καθρέφτιζε μεσ' τα νερά.

Ερμιά παντού. Μα κοίταξε κι απάνου εκεί στο βράχο,
στου κάστρου τα χαλάσματα κάποιο παιδί μονάχο
κάθεται, σκύβει θλιβερά
το κεφαλάκι, στήριγμα και σκέπη του απομένει
μόνο μιαν άσπρη αγράμπελη σαν αυτό ξεχασμένη
μεσ'την αφάνταστη φθορά.

Φτωχό παιδί, που κάθεσαι ξυπόλυτο στις ράχες
για να μην κλαις λυπητερά, τι ΄θελες τάχα να 'χες
για να τα ιδώ τα θαλασσά
ματάκια σου ν'αστράψουνε, να ξαστερώσουν πάλι
και να σηκώσεις χαρωπά σαν πρώτα το κεφάλι
με τα μαλλάκια τα χρυσά;

Τι θέλεις άτυχο παιδί, τι θέλεις να σου δώσω
για να τα πλέξεις ξέγνοιαστα, για να τα καμαρώσω
ριχτά στους ώμους σου πλατιά
μαλλάκια που του ψαλιδιού δεν τάχει αγγίξει η κόψη
και σκόρπια στη δροσάτη σου τριγύρω γέρνουν όψη
και σαν την κλαίουσα την ιτιά;

Σαν τι μπορούσε να σου διώξει τάχα το μαράζι;
Μήπως το κρίνο απ' το Ιράν που του ματιού σου μοιάζει;
Μην ο καρπός απ'το δεντρί
που μεσ' στη μουσουλμανική παράδεισο φυτρώνει,
κι έν' άλογο χρόνια εκατό κι αν πιλαλάει, δε σώνει
μεσ'απ' τον ίσκιο του να βγει;

Μην το πουλί που κελαηδάει στο δάσος νύχτα μέρα
και με τη γλύκα του περνάει και ντέφι και φλογέρα;
Τι θες κι απ΄όλα τούτα τ' αγαθά;
Πες. Τ' άνθος, τον καρπό; Θες το πουλί;
Διαβάτη,
μου κράζει το Ελληνόπουλο με το γαλάζιο μάτι:
Βόλια, μπαρούτι θέλω. Να.


25 ΜΑΡΤΊΟΥ
Γλυκά λαλούνε στα κλαδιά
της άνοιξης τ' αηδόνια
και φέρνουνε στη θύμηση
τα περασμένα χρόνια.

Μέσ' στην ψυχή του Έλληνα
 υπήρχε πάντα ελπίδα
να δει μια μέρα λεύτερη
την όμορφη πατρίδα.

Και να, δεν άργησε να ρθει
η άγια κείνη μέρα
που «Λευτεριά ή θάνατος»
ακουστεί στον αέρα.

Πολλά χρόνια περάσανε
από την μέρα εκείνη,
μα δεν θα ξεχαστεί ποτέ,
στη μνήμη μας θα μείνει.

Ημέρα που ο αρχάγγελος
 στην Παναγιά έχει δώσει
 κρίνο ολόλευκο κι αγνό
για να της φανερώσει,

Πως την εδιάλεξε ο θεός
και η καλή της μοίρα
 για να γεννήσει τον Χριστό,
του κόσμου το Σωτήρα.

Να διώξει από τον κόσμο αυτό
το μίσος, την κακία,
το ψέμα, την αβάσταγη
και μαύρη τυραννία.

Αυτήν την μέρα διάλεξε
κι ο Έλληνας ραγιάς
να κάνει μέρα ανάστασης,
 ημέρα Λευτεριάς.
ΔΙΠΛΗ ΓΙΟΡΤΗ
Είκοσι πέντε του Μαρτίου
το αγγελούδι εκείνο
κατέβηκε στην Παναγιά
της έδωκε τον κρίνο
Την ίδια μέρα διάλεξαν          
οι Έλληνες και πάλι
τα άρματα αρπάξανε 
σήκωσαν το κεφάλι.
Διπλή είναι σήμερα γιορτή
 διπλή είναι χαρά          
 γιορτάζει  η Πατρίδα μας
μαζί κι η Παναγιά.


25η Μαρτίου

Βροντά κι η πλάση σήμερα χαρούμενη ξυπνά
φουσκώνουνε τα πέλαγα, ψηλώνουν τα βουνά.
Παντού τραγούδια και χαρές σε πόλεις και χωριά
Εικοσιπέντε του Μαρτιού. Γιορτάζ’ η Λευτεριά.

Ξυπνούνε τα Καλάβρυτα, το χάνι της Γραβιάς,
τα καριοφίλια ανοίγουνε τον τάφο της σκλαβιάς.
Κρήτη, Μοριάς και Ρούμελη και Σούλι και Ψαρά
Γιορτάστε τη, τη Λεβεντιά ακόμα μια φορά.

Στην Αλαμάνα σήμερα ο Διάκος πάλι ορθός
και ξαναστήθη απ’ την αρχή στο Ζάλογγο χορός.
Στα Δερβενάκια γίγαντας ο Γέρος του Μοριά.
Χαρείτε το! Φωνάξτε το! ΖΗΤΩ! η Λευτεριά!
25 ΜΑΡΤΙΟΥ

Είκοσι πέντε του Μαρτίου
χτυπάνε οι καμπάνες
και αντηχούν μ' ενθουσιασμό
γιορτάσιμοι παιάνες.

Η σκέψη με συγκίνηση
τη μέρα τη μεγάλη
 σε χρόνια που 'ναι μακρινά
ξαναγυρίζει πάλι.

Αιώνες ήταν στη σκλαβιά
παιδιά βασανισμένα,
 πού 'χαν το φόβο στη ματιά,
τα πρόσωπα θλιμμένα.

Η λύπη σκέπαζε βαριά
το Έθνος πέρα πέρα
 και πίεζε τα στήθια του
του τύραννου φοβέρα.

Μα μέσα τους κρυφόκαιγε
 η φλόγα αναμμένη,
που φως ουράνιο σκόρπιζε
σ' όλη την οικουμένη...

Και φθάνει στην Πατρίδα
μας ευλογημένη ώρα,
που βρόντηξαν ορμητικά
 όπλα τροπαιοφόρα....

Κι ο σκλάβος εμψυχώθηκε,
έπαψε να στενάζει,
σα γίγαντας υψώθηκε
τις αλυσίδες σπάζει

Και σήμερα που λεύτεροι
 γιορτάζουμε τη μέρα
 και ύμνοι παναρμόνιοι
 γεμίζουν τον αέρα.

Ευλαβικά σκεπτόμαστε
πόσα εμείς χρωστούμε
σ' αυτούς π" αγωνίστηκαν
 για να λευτερωθούν.

Γι΄ αυτό στα βάθη της ψυχής
αθάνατη θα μείνει:
Των δοξασμένων μας νεκρών
η ιερή τους μνήμη
ΒΟΥΛΑ ΚΟΛΟΜΠΟΚΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια: