Κυριακή 12 Μαρτίου 2017

ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΓΙΟΡΤΗ ΤΗΣ 25ΗΣ ΜΑΡΤΙΟΥ (2)


Ομιλία για την 25 Μαρτίου από
ΑΦΗΓΗΤΗΣ
 Σήμερα είναι διπλή γιορτή. Εθνική για το ηρωικό ’21 που με σκληρούς αγώνες έφερε ξανά την
ελευθερία στη χώρα μας, μετά από 400 χρόνια σκλαβιάς αλλά και θρησκευτική. Σαν σήμερα έφερε ο Αρχάγγελος Γαβριήλ το μήνυμα της Γέννησης του Χριστού, της γέννησης ενός καινούριου κόσμου.
Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ σκετς από  (3 παιδιά)
ΑΦΗΓΗΤΗΣ: 
Στα πολύ παλιά τα χρόνια,
ο Χριστός πριν γεννηθεί,
η Παναγιά στην εκκλησία
πήγε να προσευχηθεί.

Ξάφνου φάνηκε μπροστά της
ένας άγγελος λαμπρός
που βαστούσε ολάσπρο κρίνο
και σκορπούσε γύρω φως.

Και τρομάζει η Παναγίτσα,
πέφτει ευθύς γονατιστή
και θαμπώνει από το φως του
και τα μάτια της τα κλει.


Άγγελος
Χαίρε της Ναζαρέτ
κόρη χαριτωμένη
ο Κύριος μου είναι με σε
Χαίρε, ευλογημένη

Εσύ είσαι απ’ τις γυναίκες
η πιο χαριτωμένη.
Γι’ αυτό σε διάλεξε ο Θεός,
μη στέκεις φοβισμένη.

 Παναγία
Ποιος είσαι εσύ που ξαφνικά
ήρθες εδώ μπροστά μου
και τι είναι τα λόγια αυτά
που φτάνουν στα αυτιά μου;
Άγγελος
Είμαι ο Γαβριήλ ο Αρχάγγελος
με στέλνει ο Θεός
μια είδηση ευχάριστη
ήρθα για να σου πω.

Εσένα πρωτοδιάλεξε
ο σπλαχνικός Θεός
και από σε θα γεννηθεί
 μια μέρα ο Χριστός.


Παναγία
Μα τι ‘ναι αυτός ο λόγος
με κάνεις να φοβάμαι
μια αγνή κόρη σαν και με
πώς λες μητέρα θα ‘ναι;

Άγγελος
Με του Θεού τη δύναμη
θα γίνει αυτό Μαρία
πρέπει ο κόσμος να σωθεί
από την αμαρτία.

ΑΦΗΓΗΤΗΣ
Μόλις είπε αυτά τα λόγια,
χάθηκε στον ουρανό,
 κι καλή μας Παναγία
ευχαριστάει το Θεό!

Παναγία
Δούλη κυρίου είμαι εγώ
και ταπεινά τον προσκυνώ
Ας γίνει το άγιο το θέλημα του
και δόξα να’ χει το όνομα του.

ΑΦΗΓΗΤΗΣ
ΕΙΣΑΙ ΤΟ ΦΛΑΜΠΟΥΡΟ Τραγούδι από τη χορωδία  του σχολείου


ΑΦΗΓΗΤΗΣ
 Μετά την πτώση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας ακολουθούν δύσκολα χρόνια για τους Έλληνες. Ο κατακτητής  εφαρμόζει σκληρά μέτρα εναντίον των Ελλήνων. Το χειρότερο από όλα είναι το παιδoμάζωμα. Παίρνει τα πιο γερά παιδιά των Ελλήνων και τα κάνουν γενίτσαρους δηλαδή τους πιο φανατισμένους Τούρκους  ξεχνώντας την  πίστη τους, την πατρίδα και τους ίδιους τους γονείς τους.
ΤΟ ΠΑΙΔΟΜΑΖΩΜΑ σκετς από 2 παιδιά
ΑΦΗΓΗΤΗΣ:
Δείτε τώρα μια σκηνή από το παιδομάζωμα.
(Μια Ελληνίδα μάνα γονατισμένη μπροστά στον Τούρκο που της άρπαξε τον γιο της, τον παρακαλάει)
ΜΑΝΑ:         Ας το αφέντη μου, το παιδί, ας το δεν έχω άλλο
                     και ο Θεός πολύ καλό να σου δώσει και μεγάλο...
ΤΟΥΡΚΟΣ:  Δε σου τα’ αφήνω, Γιώργαινα, τι θα το κάμεις φίδι
                     σαν μεγαλώσει να περνά σφαίρα σε δαχτυλίδι...


ΑΦΗΓΗΤΗΣ
Οι Τούρκοι κλείνουν τα σχολεία, όμως οι Έλληνες, ένας λαός που έφερε το φως στον κόσμο, δεν μπορεί να μείνει στο σκοτάδι. Έτσι αμέσως, με τη βοήθεια της εκκλησία και των παπάδων με τις λίγες τους γνώσεις τους αρχίζουν να λειτουργούν τα κρυφά σχολεία μέσα στις εκκλησίες.

ΤΟ  ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ Σκετς από (8 παιδιά)
ΕΚΦΩΝΗΤΗΣ
Ο βάρβαρος κατακτητής δεν ήθελε σχολεία,
δασκάλους να διδάσκουνε, δεν ήθελαν βιβλία
 να γράφουνε για την ένδοξη Ελληνική ιστορία
και να μαθαίνουν οι Ρωμιοί.
Με μία λοιπόν διαταγή, μ’ ένα τρανό φιρμάνι
κλείσανε όλα τα σχολειά, σκότωσαν τους δασκάλους.
Πίστευαν πως θα γίνονταν οι Έλληνες κοπάδι
και πως θα ζούσαν στο εξής μές στο πυκνό σκοτάδι.
Να όμως οι καλόγεροι, τα μοναστήρια τα παλιά
τα κάνανε σχολεία και αντίς για θυμιατήρι
μαθαίνανε τα Ρωμιόπουλα ευαγγέλιο και ψαλτήρι.
Κοιτάξτε τώρα τον καιρό εκείνον τον παλιό
πώς μάθαιναν τα γράμματα με το κρυφό σχολειό.
(ακούγεται από τα παρασκήνια)
Φεγγαράκι μου λαμπρό
φέγγε με να περπατώ
να πηγαίνω στο σχολειό
να μαθαίνω γράμματα
του Θεού τα πράματα.
(ανοίγει η αυλαία και παρουσιάζονται πέντε αγόρια να κάθονται.    Σχηματίζουν ημικύκλιο και στη μέση κάθεται ο δασκαλοκαλόγερος. Τα παιδιά κρατούν τα βιβλία ανοιχτά και ακούν το δάσκαλο)
ΚΑΛΟΓΕΡΟΣ:  Κι ύστερα απ’ το πάρσιμο της Πόλης, που λέτε,
μάυρη σκλαβιά, πυκνό σκοτάδι σκέπασε την Πατρίδα μας.
Α΄ ΜΑΘΗΤΗΣ: Και θα κρατήσει αιώνια αυτή η σκλαβι, παππούλη;
ΚΑΛΟΓΕΡΟΣ: Ε, όχι δα και αιώνια...
Β’ ΜΑΘΗΤΗΣ: Μα λένε πως απ’ το Θεό είναι γραφτό, παππούλη, να ‘μαστε σκλάβοι των Τούρκων...
ΚΑΛΟΓΕΡΟΣ: (με θυμό) Αυτό είναι μεγάλο ψέμα!
3ΟΣ ΜΑΘΗΤΗΣ: Εμείς, παππούλη, η λευτεριά δεν έρχεται μονάχη. Θέλει τουφέκια και στρατό και θέλει στόλους να’ χει..
4ΟΣ ΜΑΘΗΤΗΣ: Εμείς, παππού, δεν έχουμε ούτε ένα καριοφίλι, βοήθεια δε μας δίνουν ούτε κι αυτοί  οι φίλοι...
5ΟΣ ΜΑΘΗΤΗΣ: Οι Τούρκοι μόνοι τους, παππού, δε φεύγουν απ’ τον τόπο που είναι τόσο όμορφα περνούν χωρίς δουλειά και κόπο...
ΚΑΛΟΓΕΡΟΣ: Μην απογοητεύεστε, παιδιά μου πικραμένα...
Το κλάμα, ο βόγγος του ραγιά δε θα πάνε χαμένα...
Μη σκιάζεστε στα σκότη!
Η λευτεριά σαν της αυγής το φεγγοβόλο αστέρι,
Της νύχτας το ξημέρωμα θα φέρει....

ΑΦΗΓΗΤΗΣ
ΣΤΑ ΚΑΚΟΤΡΑΧΑΛΑ ΤΑ ΒΟΥΝΑ.  Τραγούδι από τη χορωδία 


ΑΦΗΓΗΤΗΣ
 Η ζωή των σκλαβωμένων είναι δύσκολη. Πολλοί δεν αντέχουν τη σκλαβιά και ανεβαίνουν στα βουνά. Πολλές φορές δεν ακούνε ούτε και τη συμβουλή της μάνας τους που τους καλεί να μείνουν στον κάμπο και να γίνουν νοικοκύρηδες. Γίνονται κλέφτες και αρματολοί. Είναι  η μαγιά της λευτεριάς.

ΟΙ ΚΛΕΦΤΕΣ σκετς από (5 παιδιά)
ΟΙ ΚΛΕΦΤΕΣ
 (Ακούγεται η μουσική από το δημοτικό τραγούδι «Ο σκάρος». Μπαίνουν στη σκηνή οι κλέφτες και κάθονται σε ημικύκλιο πάνω σε κούτσουρα.)
Καπετάνιος          :         (Σιγοτραγουδάει)
Εγέρασα μωρέ παιδιά
σαράντα χρόνους κλέφτης
τον ύπνο δεν εχόρτασα
και τώρα αποσταμένος
θελώ να πάω να κοιμηθώ
εστέρεψε η καρδιά μου
βρύση το αίμα το ‘χυσα…

Κλέφτης Α΄          :         Τι ‘ναι τούτα που τραγουδάς, μπρε καπετάν – Γιώργη!
Εγέρασες εσύ; Έχεις πολλά να δώσεις ακόμα στον αγώνα! Εσένα καπετάνιο και μόνο που σε βλέπουν οι Τούρκοι το βάζουν στα πόδια σα λαγοί. Τρέμει το φυλλοκάρδι τους… κατουριούνται από το φόβο τους, μπρε καπετάνιο!
Καπετάνιος          :         Δε κιότεψα, ορέ Κίτσο μ… μη φοβάσαι. Πρέπει να κάνουμε όλοι μας υπομονή. Η πατρίδα μας έχει ανάγκη ούλους: άντρες, γυναίκες, γέρους και παιδιά. Κι αν είναι να πεθάνω, μπρε παλικάρια, ας πεθάνω στον αγώνα. Εχ, έχουμε πολύ δρόμο να κάνουμε ακόμα μέχρι να αξιωθούμε να δούμε λεύτερη την πατρίδα μας.
Κλέφτης Β΄          :         Καλά τα λες καπετάνιο, αλλά δύσκολα πολύ δύσκολα περνάμε ‘δω πάνω στα κακοτράχαλα τα βουνά. Μαυρ’ είναι η ζωή μας, μαύρο και το ψωμί που τρώμε. Κυνηγημένοι σαν τ’ αγρίμια. Έχουμε για κρεβάτι το μαύρο χώμα και για προσκεφάλι τα πετρολίθαρα … κι ολημερούλα πόλεμο, το βράδυ καραούλι.
Κλέφτης Γ΄ :         Ε, μωρέ αδέρφια, δυο χρόνια έχω να δω τη μάνα μου, τη γυναίκα μου, το γιο μου, που ‘ναι τώρα δεκάχρονο παλικαράκι και δε βλέπω την ώρα να του χαρίσω ένα ντουφέκι να μάθει να πολεμά τον οχτρό, τον Τούρκο τον αγαρηνό. Αχ, βρε αδέρφια, τους πεθύμησα! Αλλά πάνω απ’ όλα η λευτεριά της πατρίδας. Πρώτα ο ιερό Αγώνας για τη λευτεριά μας, γιατί σαν είσαι σκλάβος μήτε σπίτι ορίζεις μήτε οικογένεια!
Κλέφτης Δ΄ :         Ας είναι καλά τα ντουφέκια μας και τα γιαταγάνια μας. Μα πάνω απ’ όλα να ‘χουμε θάρρος και καρδιά να συνεχίσουμε τον Αγώνα κι ας είν’ τα ντέρτια μας πολλά και η ζωή μας μαύρη. Θάρθει, μπρε αδέρφια, η μέρα που θα ‘χουμε και μεις λεύτερη πατρίδα να ζήσουν τα παιδιά μας … να προκόψουν και να προοδέψουν. Ε! … τι να λέμε τώρα … άνθρωπος σκλάβος δε λογιέται για άνθρωπος!
Καπετάνιος          :         Έτσι σας θέλω λεβέντες μου! Πάνω απ’ όλα η πατρίδα! Πάνω απ’ όλα η λευτεριά και τίποτ’ άλλο. Αντέστε τώρα να πούμε ‘να τραγούδι να ξεθυμάνουμε λίγο, να τραγουδήσουμε τα ντέρτια μας, γιατί ποιος ξέρει αν αύριο θα ζούμε!
Όλοι μαζί   :         (Τραγουδούν)
Μαύρη μωρέ, μαύρη ζωή που κάνουμε
μαύρη ζωή που κάνουμε εμείς οι μαύροι κλέφτες

ΑΦΗΓΗΤΗΣ
 Μέσα στη σκλαβωμένη Ελλάδα υπήρχαν μέρη που δεν σκλαβώθηκαν ποτέ.  Είναι τα κάστρα της λευτεριάς που έγραψαν λαμπρή ιστορία. Είναι το Σούλι, η Μάνη, τα Σφακιά.
Σκετς από (4 παιδιά)

ΟΙ ΣΟΥΛΙΩΤΟΠΟΥΛΕΣ  σκετς
Αφηγητής: Όπως όλοι ξέρετε, εκεί ψηλά στο Σούλι
πολέμησαν μικρά παιδιά, γυναίκες σαν τους άντρες.
Εκεί η Δέσπω Μπότσαρη κι η μάνα του Τζαβέλα
σαν τα θεριά παλέψανε για να μη γίνουν σκλάβες.
Το Σούλι όμως με προδοσιά γονάτισε και πέφτει
κι όλες οι καπιτάνισσες με τις Σουλιώτοπούλες
ανέβηκαν στο Ζάλογγο και κει συμβούλιο κάνουν
(δείχνει Σουλιώτισσες να συζητούν.
 (ΔΕΣΠΩ):   Οι άντρες μας, Σουλιώτισσες, ολόγυρα στα βράχια
κοίτονται σκοτωμένοι...
Κι όσοι απόμειναν ζωντανοί, τη νύχτα θα περάσουν
ανάμεσα από τους εχθρούς με το σπαθί στο χέρι...
Μα πόσοι θα γλιτώσουνε; Οι πιο πολλοί θα σκοτωθούν...
Έπειτα οι Αρβανίτες θα πέσουν κατ’ απάνω μας
 σα λυσσασμένοι λύκοι. Άλλες θα σφάξουν στη στιγμή
κι άλλες θε να τις σύρουν με λύσσα στα χαρέμια τους.
Εκεί δεν ξαναβλέπουμε τον ήλιο και το φως της μέρας...
(ΜΟΡΦΩ): Και δεν υπάρχει, Δέσπω μου, τρόπος να απαλλαχτούμε,
κι από τον εξευτελισμό για πάντα να σωθούμε;
(ΔΕΣΠΩ): Και βέβαια υπάρχει...
 (ΛΕΝΙΩ): Για πες μας, Καπετάνισσα, σαν τι πρέπει να γίνει;
(ΔΕΣΠΩ): Να γλυκοχαιρετήσουμε την όμορφη πατρίδα,
με τα ψηλά της τα βουνά, τους πράσινους τους λόγγους..
Να σφίξουμε έπειτα γλυκά γλυκά στην αγκαλιά μας
 τ’ ανήλικά μας τα παιδιά, και δω σε αυτόν το βράχο
να στήσουμε τρελό χορό, σαν να ‘ταν Λαμπρής μέρα!
Κι όπως η βόλτα του χορού στην άκρη θα μας φέρνει
μια μια με το τραγούδι της, απ’ τον γκρεμό θα πέφτει
και θα την παίρνει ελεύθερη ο Χάροντας στον Άδη...
Τι λέτε, είστε σύμφωνες;
ΟΛΕΣ: Σύμφωνες, Καπετάνισσα
 (ΛΕΝΙΩ): Εμπρός λοιπόν, Σουλιώτισσες,  ελάτε να φιληθούμε
κι όλες σε τούτο τον γκρεμό μαζί να σκοτωθούμε...
 (ΜΟΡΦΩ):: Ένα τραγούδι βροντερό,  η πρώτη ας αρχίσει,
 σ’ όλον τον κόσμο να ακουστεί, σ’ Ανατολή και Δύση.
Να μάθουν οι Παλιότουρκοι και οι Αρβανιτάδες
τι κάνουν οι Σουλιώτισσες για να μη γίνουν σκλάβες.
ΔΕΣΠΩ : Εμπρός, λοιπόν, Σουλιώτισσες, γενναίες Ελληνίδες,
Στο Ζάλογγο θα γράψουμε ιστορικές σελίδες
(Πιάνονται στο χορό και χορεύουν τραγουδώντας)
Έχε γεια καημένε κόσμε
έχε γεια γλυκιά ζωή
κι συ δύστυχη Πατρίδα
έχε γεια παντοτιν!
Στη στεριά δε ζει το ψάρι
ούτε ανθός στην αμμουδιά.
Κι οι Σουλιώτισσες δε ζούνε
δίχως την ελευθεριά


ΑΦΗΓΗΤΗΣ
 Ο Ρήγας Φεραίος αφιέρωσε όλη του τη ζωή να αφυπνίσει του Έλληνες και να ξεσηκωθούν. Επηρεασμένος από τη Γαλλική Επανάσταση, γράφει ποιήματα, σχεδιάζει χάρτες, στέλνει επιστολές και γράφει προκηρύξεις για να ξεσηκώσει όχι μόνο τους Έλληνες αλλά όλους τους βαλκανικούς λαούς και να διώξουν τους Τούρκους. Συλλαμβάνεται και στραγγαλίζεται στο Βελιγράδι. Είναι ο πρωτομάρτυρας της Ελευθερίας μας.
Ο Θούριος από (4 παιδιά)
ΘΟΥΡΙΟΣ
1ο
1Η  Ως πότε παλικάρια, θα ζούμε στα στενά,
μονάχοι σα λιοντάρια, στις ράχες στα βουνά;
Σπηλιές να κατοικούμε, να βλέπουμε κλαδιά,
να φεύγουμ’ απ’ τον κόσμον, για την πικρή σκλαβιά;

Να χάνωμεν αδέλφια, πατρίδα και γονείς,
τους φίλους, τα παιδιά μας, κι όλους τους συγγενείς;
Κάλλιο είναι μιας ώρας ελεύθερη ζωή,
παρά σαράντα χρόνια, σκλαβιά και φυλακή.

Τι σ’ ωφελεί αν ζήσεις, και είσαι στη σκλαβιά;
στοχάσου πως σε ψένουν, καθ’ ώραν στην φωτιά.
Βεζύρης, δραγουμάνος, αφέντης κι αν σταθείς
ο τύραννος αδίκως σε κάμνει να χαθείς.

2ο
Δουλεύεις όλη ημέρα, σε ό,τι κι αν σε πει,
κι’ αυτός πασχίζει πάλι, το αίμα σου να πιει.
Ο Σούτζος, κι ο Μουρούζης, Πετράκης, Σκαναβής
Γκίκας και Μαυρογένης, καθρέπτης, ειν’ να ιδείς.

Ανδρείοι καπετάνοι, παπάδες, λαϊκοί,
σκοτώθηκαν κι αγάδες, με άδικο σπαθί.
Κι αμέτρητοι άλλοι τόσοι, και Τούρκοι και Ρωμιοί,
ζωή και πλούτο χάνουν, χωρίς καμιά  αφορμή.

3ο
Ελάτε με έναν ζήλο, σε τούτο τον καιρόν,
να κάνουμε τον όρκο, επάνω στον σταυρόν.
Συμβούλους προκομμένους, με πατριωτισμό
να βάλουμε σε όλα, να δίδουν ορισμό.


Οι νόμοι να ‘ν’ ο πρώτος, και μόνος οδηγός,
και της πατρίδος ένας, να γένει αρχηγός.
Γιατί κι η αναρχία, ομοιάζει την σκλαβιά,
να ζούμε σαν θηρία, ειν’ πιο σκληρή φωτιά.

4ο
Και τότε με τα χέρια, ψηλά στον ουρανόν
ας πούμ’ απ’ την καρδιά μας, ετούτα στον Θεόν.

Ω βασιλεύ του κόσμου, ορκίζομαι σε Σε,
στην γνώμην των τυράννων, να μην έλθω ποτέ.
Μήτε να τους δουλεύσω, μήτε να πλανηθώ,
εις τα ταξίματά τους, για να παραδοθώ.

Εν όσο ζω στον κόσμο, ο μόνος μου σκοπός,
για να τους αφανίσω, θε νάναι σταθερός.
Πιστός εις την πατρίδα, συντρίβω τον ζυγό,
αχώριστος για να ‘μαι, υπό τον στρατηγό.

Κι αν παραβώ τον όρκο, ν’ αστράψ’ ο ουρανός,
και να με κατακάψει, να γένω σαν καπνός.

ΑΦΗΓΗΤΗΣ: Ο ΘΟΥΡΙΟΣ Τραγούδι από τη χορωδία του σχολείου

ΑΦΗΓΗΤΗΣ:
Και ο σπόρος που έριξε ο Ρήγας Φεραίος δεν άργησε να φυτρώσει. Οι Έλληνες οργανώνονται. Ιδρύεται η Φιλική Εταιρεία και σύντομα ξεσπά η επανάσταση σε όλη την Ελλάδα. Χρυσές σελίδες γράφονται πάλι στην ένδοξη ελληνική ιστορία.
Η ΦΙΛΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Σκετς από (4 ΠΑΙΔΙΑ)


ΦΙΛΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ
ΑΦΗΓΗΤΗΣ: Κι ενώ οι ραγιάδες έφευγαν και στα βουνά πήγαιναν,
βρίσκοντας προτιμότερη τη λευτεριά μιας ώρας
παρά πολλών χρόνων ζωή σκλαβωμένη,
Έλληνες φιλελεύθεροι, που ζούσαν στα ξένα
πήραν απόφαση τρανή τους σκλάβους να ξυπνήσουν
και να δημιουργήσουν μια Φιλική Εταιρία.
Ξάνθος, Τσακάλωφ και Σκουφάς ήσαν οι τρεις λεβέντες
που το πρωτοσκέφτηκαν στην Οδησσό που ζούσαν.
Ακούστε τους λοιπόν και σεις τι λένε για την Πατρίδα
(Ανοίγει η αυλαία και οι τρεις συζητούν)
ΞΑΝΘΟΣ:  ΤΑ νέα από την πατρίδα μας είναι μαύρα,
 ο μισητός κατακτητής ο άπιστος Τούρκος τίποτε δε σέβεται
Ούτε ζωή  ούτε τιμή ούτε περιουσία.
Από τον μικρότερο ως το μεγαλύτερο
οι τύραννοι αρπάζουνε, καίνε και ατιμάζουν
τις  μάνες κι αδερφάδες μας.
Πέστε μου, στο Θεό σας, θα αφήσουμε τους βάρβαρους
για να μας αφανίσουν;
ΣΚΟΥΦΑΣ:        Ξάνθο, και μένα από καιρό με βασανίζει η σκέψη
πως όλη αυτή η κατάσταση πρέπει να σταματήσει.
Πιστεύω ακόμη πως εμείς που ζούμε εδώ στα ξένα
πρέπει να βοηθήσουμε την άμοιρη πατρίδα
και να την απαλλάξουμε απ’ του Τούρκου την ακρίδα.
Ξέρω πως είναι μερικοί που έχουν τη γνώμη
να αφήσουμε τα πράγματα να μείνουν όπως έχουν.
Αυτοί συσταίνουν προσοχή, συσταίνουν φρονιμάδα
αλλιώς λένε τάχα θα χαθεί η δύστυχη Ελλάδα.
ΤΣΑΚΑΛΩΦ:    Σκουφά, αδερφέ μου, όλοι αυτοί είναι ευχαριστημένοι
με τούτη την κατάσταση...
Με τη βοήθεια των Τούρκων, που τους υπηρετούνε,
 καταπιέζουν τον ραγιά χειρότερα από κείνους.
Μην τους ακούς λοιπόν αυτούς, μα περιφρόνησέ τους.
Όπως εσείς, έτσι κι εγώ πιστεύω πως μπορούμε
στην άτυχη πατρίδα μας να δώσουμε βοήθεια.
Εγώ προτείνω εμείς οι τρεις να κάνουμε εταιρία
και να καλέσουμε ύστερα όλους τους αδερφούς μας,
 σκλάβους είτε ελεύθερους, να πάρουν μέρος σ’ αυτή.
Και όταν  τελειώσουνε όλες τις ετοιμασίες
μια ορισμένη από πριν, μα μυστική ημέρα,
όλο το γένος να βρεθεί με το όπλο στο χέρι.
Η Ρούμελη και ο Μοριάς, Ήπειρος και Θεσσαλία,
 η Κρήτη και όλα τα νησιά και η Μακεδονία,
όλοι μαζί ν’ αγωνισθούν για την ελευθερία...
ΞΑΝΘΟΣ:   Αφού λοιπόν, αδέρφια μου, είμαστε όλοι σύμφωνοι
πάμε και οι τρεις στην εκκλησιά για να ορκιστούμε
 για το τρισάγιο σκοπό αυτόν ν’ αγωνισθούμε.

ΑΦΗΓΗΤΗΣ
  Χιλιάδες νέοι ήρωες μπαίνουν δίπλα στον Λεωνίδα. Νέα κατορθώματα στολίζουν την ελληνική ιστορία.
Εκτός από τους άντρες ήρωες του 1821 υπήρχαν πολλές ισάξιες ηρωίδες. Η Μπουμπουλίνα, η Μαντώ Μαυρογένους  οι Σουλιώτισσες και πολλές άλλες πολέμησαν αλλά έδωσαν και όλη τους την περιουσία για την ελευθερία της πατρίδας μας.
Εκτός από τους Έλληνες και τις Ελληνίδες και πολλοί ξένοι φιλέλληνες  ήρθαν στην Ελλάδα για να πολεμήσουν, με τα όπλα αλλά και με την πένα τους, δίπλα στους Έλληνες για να ελευθερώσουν την  Ελλάδα.  Ο Λόρδος Μπάιρον, ο Ιταλός Σανταρόζα πολέμησαν για την Ελευθερία της  Ελλάδας ενώ άλλοι όπως ο Βίκτορ Ουγκώ   και ο Ντελακρουά βοήθησαν με το έργο τους να αλλάξουν στάση οι ηγέτες της Ευρώπης και να βοηθήσουν την Ελλάδα στον αγώνα για την ελευθερία της.
 Ας γνωρίσουμε κάποιους από αυτούς. Μας τους παρουσιάζουν μέσα από  ποιήματα και κείμενα (12ΠΑΙΔΙΑ)

ΑΦΗΓΗΤΗΣ: Ο Ρήγας πρώτος έρχεται, της Λευτεριάς ο βάρδος.
ΡΗΓΑΣ
—Της Λευτεριάς τραγούδησα τ' αθάνατο τραγούδι
και μεσ' το βόγγο του ραγιά, στο μαύρο το βραχνά,
από το σπόρο που' έριξα άνθισ' αγνό λουλούδι
η Λευτεριά, η χιλιάκριβη, σε κάμπους και βουνά.
—Κι' εφώναξα στον τύραννο κι' ακούστει πέρα ως πέρα·
του σκλάβου την απόφαση, λεβέντικη, σκληρή:
Καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή
παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή·.


ΑΦΗΓΗΤΗΣ : Ο Διάκος θυσίασε τη ζωή του για την πατρίδα στο ίδιο μέρος περίπου όπου θυσίασε και ο Λεωνίδας τη δική του.
ΔΙΑΚΟΣ
—Στην Αλαμάνα μοναχός με δεκαοχτώ νοματαίους
 Δόξες παλιές ανάστησα του ηρωικού Λεωνίδα
κι' έκραξα στους τρακόσιους από τη Σπάρτη κάτω
να ‘ρθουν να δουν πώς μοιάζουνε με κείνους τα παιδιά τους..

Στερνά στα χέρια των εχτρών, τη σούβλα φορτωμένους
εννοιωθ' απάνω μου βαρύ της μοίρας μου το χέρι.
Γύρω μ' Απρίλης κι' Άνοιξη και λούλουδα στρωμένος
 ο Γολγοθάς που  Ανάσταση στο Γένος μας θα φέρει...

Κι' ο  Ομέρ - Βρυώνης μυστικά στο δρόμο με ρωτούσε:
—Γίνεσαι Τούρκος, Διάκο μου, τη πίστη σου ν' αλλάξεις;
 Και τότε τ' αποκρίθηκα και με θυμό του λέω:
—Για την Ελλάδα τη γλυκιά χίλιες ζωές τις χάνω.
Εγώ γραικός γεννήθηκα, γραικός και θά πεθάνω.

ΑΦΗΓΗΤΗΣ : Από το Σούλι έρχεται ο Μπότσαρης ο Μάρκος.

ΜΠΟΤΣΑΡΗΣ

—Σαν είδα πως η Δόξα μου διχόνοιες σε άλλους σπέρνει
το δίπλωμα μου ξέσχισα μπροστά στους καπετάνιους:
 Μονιάστε, αδέρφια, φώναξα, κι οποίος ειν' άξιος παίρνει
 το δίπλωμα του στρατηγού από των έχτρων το χέρι.
Κι' αποβραδίς ξεκίνησα κατά το Καρπενήσι
σκότωσα Τούρκους απείρους από του πασά τ' ασκέρι.
 Μα κει στης μάχης τον καπνό στης νίκης· το μεθύσι
 καταμεσής στο μέτωπο μαύρο με βρήκε βόλι
 κι' έσβησε από τα μάτια μου κάθε του ήλιου αχτίδα,
όλη τη νιότη μου έδωσα για Σε, γλυκεία Πατρίδα.


ΑΦΗΓΗΤΗΣ : Και τώρα ο μπουρλοτιέρης μας ο Ψαριανός Κανάρης.

ΚΑΝΑΡΗΣ
Όλη ή βουλή -των προεστών στο μώλο συναγμένη,
είπε πώς έξω στη στεριά τους Τούρκους θα προσμένει.
Τότε έβγαλα το φέσι
και να μιλήσω θάρρεψα προβάλλοντας στη μέση:
—Τίποτ' αρχόντοι δεν φελά, μονάχα το καράβι.
Σαν μ' ακούσε ένα από' τα τρανά καλπάκια μας
ανάβει και το φαρμάκι χύνει:
—Ποιος είν' αυτός και πώς τον λεν, πού συμβουλές μας  δίνει;
Να τα Ψαρά πώς χάθηκαν! ...
Κι' εγώ φωτιά στο χέρι
πήρα και πέρα τράβηξα κατά της Χίος τα μέρη,
κι' είπα από' εκεί —δε βάσταξα— με χείλια πικραμένα —
Να πώς με λεν εμένα!


ΑΦΗΓΗΤΗΣ : Ό Σταυραετός της Ρούμελης ο Καραϊσκάκης.
ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗΣ
—Το Μεσολόγγι έπεσε και στο Μοριά ο Μπραΐμης
παιδιά και γέρους έσφαζε και ρήμαζε τη χώρα
η φλόγα της Ελευθερίας κινδύνευε να σβήσει
 Το Γένος την ελπίδα του σ' εμένα είχε τώρα.
 Επάνω στην Αράχοβα σάλπισα τη Νίκη
κι' θέριεψα τη Λευτεριά στου Έλληνα τα στήθη.
Η μοίρα μου ήτανε σκληρή. Δε μ' άφησε να ζήσω
και να σε δω, Ελλάδα μου, ελεύθερη, μεγάλη,
όμως για σένα μάνα μου, ας ήτανε και πάλι
κι' ας είχα ακόμη δυο ζωές, τις δυο να σου χαρίσω.
ΑΦΗΓΗΤΗΣ : Ο πιο γνωστός και μεγαλύτερος ήρωας του 1821 ο Κολοκοτρώνης, ο γέρος του Μοριά.

ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ
—Ροβόλαγ' αναρίθμητο του Δράμαλη τ' ασκέρι.
Πίσω του μαύρος χαλασμός, φωτιά, καπνός, φοβέρα.
Στα Δερβενάκια, στο στενό, έστησα το καρτέρι,
Τούρκος κανείς δε γλύτωσε εκείνη την ήμερα.
 Με το Μπραΐμη πάλεψα που ρήμαζε τη χώρα
και βλέποντας με σπαραγμό στην κρίσιμη την ώρα
προσκυνημένους Έλληνες να δίνουν τα χωριά
«Είς τους προδότες» φώναξα: —Τσεκούρι και φωτιά!».

ΑΦΗΓΗΤΗΣ : Ό Λόρδος Βύρων θυσιάστηκε για την αγάπη του για την Ελλάδα στο Μεσολόγγι.

ΒΥΡΩΝ
—Πόθησα  από της Δόξας σου τ' αμάραντο στεφάνι
ένα μικρό δαφνόφυλλο στη λύρα μου να βάλω
κι' απάνω από του Τάμεση το κρύο το λιμάνι
για τη δική σου Λευτεριά τραγούδια να σου ψάλω.
—Τη λύρα πέρα πέταξα τη Λευτεριά σαν είδα
 που στον αγώνα μ' έκραζε μ' ένα δικό σου βλέμμα.
Σ' αγάπησα, Ελλάδα μου, σα δεύτερη πατρίδα
και μια σελίδα σου έγραψα με το δικό μου αίμα.

ΑΦΗΓΗΤΗΣ: Ο Γρηγόριος Δικαίος, ο γνωστός μας Παπαφλέσσας, είναι αναμφισβήτητα μια από τις πιο καταπληκτικές μορφές του `21, μπουρλοτιέρης των ψυχών.  Πολύ νέος μυήθηκε στη Φιλική Εταιρία. Από τότε ρίχτηκε σαν σίφουνας στον προπαρασκευαστικό για το σηκωμό αγώνα. Γυρίζει από τόπο σε τόπο δουλεύοντας για την πατρίδα.
ΠΑΠΑΦΛΕΣΣΑ
 Ἔχουμε υποχρέωση να αγωνιστούμε και να φανούμε αντάξιοι της ιστορίας μας. Να δειχτούμε αληθινοὶ Έλληνες. Μη φοβηθούμε το πλήθος των εχθρών. Είμαστε λίγοι, αλλά είναι μεγάλος ο θεός που μας προστατεύει. Κι αν είμαστε λίγοι απέναντι εις το πλήθος των Τούρκων, παρηγορούμαστε μ᾿ έναν τρόπο. Και τώρα και παλιά όλα τα
 θεριά πολεμούν να μας φάνε και δε μπορούν. Τρώνε από μας και μένει και μαγιά. Κι οι λίγοι πάντα αποφασίζουν να πεθάνουν για τη λευτεριά και την πατρίδα.
Όποιος το δίκιο δεν παλεύει, θα ζει και θα πεθαίνει σα ραγιάς.
ΑΦΗΓΗΤΗΣ: Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος στέκεται η πιο δυναμική και συγχρόνως η πιο τραγική φυσιογνωμία του Αγώνα. Περήφανος, ατίθασος, θεληματικός, ορμητικός στις αποφάσεις του, γρήγορος στην εκτέλεσή τους
Ο Καραϊσκάκης έλεγε για τον Ανδρούτσο:
«Πολεμιστάδες έχομε πολλούς, μα ένας είναι ο στρατηγός, ο Δυσσέας. Σαν το μυαλό του Αντρούτσου δε στάθηκε άλλο».
ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΣ
Ανδρούτσος λέγομαι εγώ
στο χάνι της Γραβιάς
καινούργια μέρα έφερα
ημέρα λευτεριάς.

Δερβίσης πήγαινε μπροστά
καβάλα στ’ άλογό του
μα εγώ το χάνι το ’κανα
τάφο παντοτινό του.
ΑΦΗΓΗΤΗΣ: Άλλη μια ηρωική μορφή του 1821 είναι η Μπουμπουλίνα. Έδωσε όλη την περιουσία της για των αγώνα και πέθανε φτωχή.
ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΝΑ:
Στις θάλασσες μεγάλωσα
με λένε Λασκαρίνα
μα στον αγώνα έγινα
γενναία Μπουμπουλίνα.

Μ’ αυτά μου τα πυρπολικά
το θάνατο σκορπούσα
και στις καρδιές το μήνυμα
της λευτεριάς ξυπνούσα.

Της θάλασσας τα άλλα παιδιά
μαζί μου αντρειωμένα
πολέμησαν με μια ψυχή
 και γίναν ξακουσμένα.
ΑΦΗΓΗΤΗΣ: Πολλές γυναίκες ξεχώρισαν σε αυτό τον αγώνα. Σίγουρα ξακουστές θα μείνουν οι Σουλιώτισσες  που πολέμούσαν μαζί με τους άντρες τους για πολλά χρόνια. Μια μορφή που ξεχώριζει είναι και η Λένω Μπότσαρη.
ΛΕΝΩ ΤΖΑΒΕΛΛΑ      
«Όλες οι καπετάνισσες από το Κακοσούλι,
 όλες την Άρτα πέρασαν, στα Γιάννινα τις πάνε,
 σκλαβώθηκαν οι αρφανές, σκλαβώθηκαν οι μαύρες,
κι η Λένω δεν επέρασε, δεν την επήραν σκλάβα.
Μόν' πήρε δίπλα τα βουνά, δίπλα τα κορφοβούνια,
σέρνει τουφέκι σισανέ κι εγγλέζικα κουμπούρια,
έχει και στη μεσούλα της σπαθί μαλαματένιο.
 Πέντε Τούρκοι την κυνηγούν, πέντε τζοχανταραίοι.
- Τούρκοι, για μην παιδεύεστε, μην έρχεστε σιμά μου,
 σέρνω φουσέκια στην ποδιά και βόλια στις μπαλάσκες.
- Κόρη, για ρίξε τ' άρματα, γλύτωσε τη ζωή σου.
 - Τι λέτε, μωρ' παλιότουρκοι και σεις παλιοζαγάρια;
Εγώ είμαι η Λένω Μπότσαρη, η αδερφή του Γιάννη,
και ζωντανή δεν πιάνουμαι εις των Τουρκών τα χέρια».


ΑΦΗΓΗΤΗΣ: ΝΑ ‘ ΤΑΝΕ ΤΟ ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ Τραγούδι από τη χορωδία 

ΑΦΗΓΗΤΗΣ: Μέσα στον αγώνα υπήρχαν και ηρωικές στιγμές με τραγική όμως κατάληξη για τους Έλληνες. Η καταστροφή των Ψαρών και της Χίου. Η κατάληψη του Μεσολογγίου με την ηρωική του Έξοδο, η κατάληψη της Νάουσας  αλλά και το Ζάλογγο λίγα χρόνια νωρίτερα ,είναι κάποιες από αυτές τις ένδοξες σελίδες του 1821
ΑΡΑΠΙΤΣΑ
Σκετς από τις  Μαθήτριες (5 ΠΑΙΔΙΑ)
ΑΦΗΓΗΤΗΣ: ( Η Νάουσα ύστερα από ηρωικό αγώνα έγινε ολοκαύτωμα στο βωμό της λευτεριάς. Τα γυναικόπαιδά της, πολιορκημένα στην Αραπίτσα, περνούν τις τελευταίες τους στιγμές. Οι Τούρκοι τους έχουν κλείσει από παντού.)

Μόρφω: (νανουρίζει την κορούλα της και με τρεμάμενη φωνή τραγουδάει)

Κοιμήσου αστρί, κοιμήσου αυγή
κοιμήσου νιο φεγγάρι.
Κοιμήσου και παράγγειλα
στην Πόλη τα προικιά σου,
στη Βενετιά τα ρούχα σου
και τα διαμαντικά σου.
Κοιμήσου μες στην κούνια σου
και στα χρυσά πανιά σου
κι η Παναγιά η Δέσποινα
να 'ναι η συντροφιά σου.


Κρινιώ: – Μόρφω ... το παιδί πεινάει ... Βύζαξέ το λίγο ν' αποκοιμηθεί!

Μόρφω: (σφουγγίζει τα δάκρυά της) – Στέρεψε ο κόρφος μου, Κρινιώ ... Δεν έχω πια άλλη δύναμη ... Πάω να ξεψυχήσω μαζί του.

Κατερίνα: Στέρεψαν και τα μάτια μας από τα δάκρυα, Κρινιώ. Έλιωσε το κορμί μας σαν κερί στη φλόγα ... Η Νάουσα χάθηκε ... Πάνε οι δικοί μας ... Πάει η Πατρίδα μας ... (κλαίει)

Κρινιώ: – Κουράγιο, γυναίκες. Ο θεός θα μας σπλαχνιστεί. Θα λυπηθεί τούτα τ' αγγελούδια τ' άκακα.

Κατερίνα:.: – Άκου! Φωνή από πέρα. Κάποιος φωνάζει ...

Κρινιώ: – Σωπάστε ν' ακούσουμε.

Φωνές: (από τα παρασκήνια) – Γυναίκες της Νάουσας, παραδοθείτεεε! Η Νάουσα έπεσεεε!

Λενιώ: – Κοιτάξτε! μας έχουν κυκλώσει από παντού! Πλησιάζουν! Δεν τους βλέπετε; Θεέ μου, είμαστε χαμένες ... (τρέχει να φύγει)

Αννούλα: – Λενιώ, πού πας; τρελάθηκες; θα σε πιάσουν! Κάθισε εδώ! (την πιάνει από το χέρι)

Λενιώ:: (κλαίγοντας) – Δε θέλω να πεθάνω ... δε θέλω ... αφήστε με! Θέλω να πάω στη μάνα μου!

Φωνές: (από τα παρασκήνια) – Γυναίκες της Νάουσας, παραδοθείτεεε!

Κρινιώ: (με δύναμη) – Οι Ελληνίδες πεθαίνουν μα δεν παραδίνονται!

Μόρφω: (με απελπισία) – Τι θα κάνουμε τώρα, θεέ μου; Να 'τοι πλησιάζουν ... ανεβαίνουν κιόλας το μονοπάτι ... Κρινιώ, αδερφούλα μου!

Δέσπω   : (με θάρρος) – Αδερφούλες μου, ελάτε ολόγυρά μου. Πέστε μου, θέλετε να τουρκέψουμε;

ΟΛΕΣ: – Όχι!

Δέσπω    : – Θέλετε να μας σύρουν οι άπιστοι στα χαρέμια τους; θέλετε να κάμουν τα παιδιά μας γενίτσαρους;

ΟΛΕΣ: – Ποτέ!

Δέσπω       : – Αξίζει μια τέτοια ζωή; ντροπιασμένη;

ΟΛΕΣ: – Κάλλιο ο θάνατος!!!

Μόρφω: – Εδώ ψηλά από την κορφή του γκρεμού θα γκρεμιστούμε όλες μαζί στο ρέμα της Αραπίτσας! Κάλλιο ο θάνατος παρά η ατίμωση! Εμπρός, γυναίκες! Να πρώτη εγώ με το παιδί μου (το φιλάει και πάει προς τον γκρεμό)

Κρινιώ: –Στάσου, Μόρφω, μια στιγμή. Αδερφούλες μου, πριν από είκοσι χρόνια 'κεί πέρα στο Ζάλογγο, οι αδερφές μας οι Σουλιώτισσες πήγαν στο θάνατο χορεύοντας! Εμείς θα φανούμε κατώτερες;

ΟΛΕΣ: – Όχι, Κρινιώ!

Κρινιώ: – Εμπρός πιαστείτε στο χορό!
(κάνουν κύκλο κι αρχίζουν το χορό)


Μακεδονία ξακουστή
του Αλέξανδρου η χώρα.
Σεις διώξατε τον τύραννο
κι ελεύθεροι είστε τώρα.

Οι Μακεδόνες δε μπορούν
να ζούνε σκλαβωμένοι
κι η λευτεριά είναι πουλί
και στο κλουβί δε μπαίνει.

(κάθε φορά η πρώτη του χορού προχωρεί προς τα παρασκήνια και πέφτει πίσω)
ΑΦΗΓΗΤΗΣ
ΣΤΑ ΚΑΚΟΤΡΑΧΑΛΑ ΒΟΥΝΑ Τραγούδι από τη χορωδία

ΑΦΗΓΗΤΗΣ
Αυτή τη μέρα θυμόμαστε  όλα αυτά τα γεγονότα, τους ήρωες που θυσιάστηκαν για την ελευθερία μας και τους τιμούμε δίνοντας την υπόσχεση ότι και εμείς, αν χρειαστεί θα κάνουμε το ίδιο.
ΤΟ ΣΤΕΦΑΝΩΜΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ Σκετς από 3 ΠΑΙΔΙΑ
ΕΛΛΑΔΑ: Πέρασα πολλά βάσανα, χαμό στον τόπο έφερε η τουρκική ακρίδα.
Πικρή αβάσταχτη σκλαβιά, που 400 χρόνια, όλος ο κόσμος πίστεψε, πως θα κρατούσε αιώνια.
Σπίτι δεν έμεινε όρθιο, πέτρα πάνω στην πέτρα...
Παντού τάφοι ερείπια.
Κι ανάμεσα από τους καπνούς και των νεκρών τα πτώματα
μόνο η δόξα περπατεί στα ματωμένα χώματα.
ΜΑΘΗΤΗΣ:
Στων Ψαρών την ολόμαυρη ράχη
περπατώντας η Δόξα μονάχη
μελετά τα λαμπρά παλληκάρια
και στην κόμη στεφάνι φορεί
γινωμένο από λίγα χορτάρια
πού 'χαν μείνει στην έρημη γη.
ΕΛΛΑΔΑ: Δόξα σε βλέπω σκεφτική,
σε βλέπω λυπημένη.
ΔΟΞΑ: Καθώς γνωρίζεις κόρη μου,
με τα φτερά που έχω,
από τη μια άκρη της γης, εως την άλλη τρέχω.
Όπου υπάρχει ηρωισμός,
όπου υπάρχει ανδρεία,
όπου αγώνας γίνεται για την ελευθερία,
εκεί πετώντας γρήγορα, να φτάνω κατορθώνω,
και με στεφάνια αμάραντα, αυτούς να στεφανώνω,
που θυσιάζουν τη ζωή, για το καλό των άλλων.
Όμως Ελλάδα μου καλή, στον τόπο το δικό σου,
όλοι τους είναι ήρωες. Ναι, όλος ο λαός σου.
Κατάντησες λοιπόν Ελλάδα μου, χιλιοτραγουδισμένη.
Από τα χρόνια των Περσών ως το εικοσιένα,
είμαστε πάντα αχώριστες, είμαστε πάντα ένα.
Είσαι σπαρμένη κόκαλα Ελλήνων ιερά,
κι έγινες πια συνώνυμη με την Ελευθερία.
Σκύψε λοιπόν, σταυραδερφή, τ’ αγέρωχο κεφάλι.
 Να το στολίσω με αυτό το όμορφο στεφάνι.
ΕΛΛΑΔΑ: Κλείσε στην ψυχή σου την Ελλάδα
και θα νιώσεις μέσα σου, κάθε είδους μεγαλείο
ΑΦΗΓΗΤΗΣ: ΣΤΗΝ ΙΘΑΚΗ Τραγούδι από τη χορωδία 

ΕΘΝΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ από τους μαθητές του σχολείου

Δεν υπάρχουν σχόλια: