Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2014

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΙΠΙΣΤΡΕΛΟΥ (ΝΥΧΤΕΡΙΔΕΣ)




της Άννας Χάρισσον
      
Πριν από πολλά χρόνι  στον θεσσαλικό κάμπο, αυτόν τον μοναδικό σιτοβολώνα της χώρας μας, κατοικούσαν χιλιάδες νυχτερίδες που οι αποικίες τους φώλια­ζαν παντού, όπου έβρισκαν ένα ήσυχο μέρος.
Οι νυχτερίδες που τις λένε και χειρόπτερα από τις λέξεις «χείρα» και «πτε­ρά» δεν είναι πουλιά, αλλά ιπτάμενα ζώα, τα μοναδικά θηλαστικά που πετούν.
Όπως στα αρχαία χρόνια έτσι και τώρα κάνουν ακριβώς το ίδιο. Μόλις έπεφτε το σκοτάδι έβγαιναν από τις κρυψώνες τους και άρχιζαν να πετούν ανάμεσα στα σπαρτά, όμοια με σύγ­χρονες ηλεκτρικές σκούπες, σαρώνο­ντας όλα τα βλαβερά για τους γεωρ­γούς έντομα, που κατέστρεφαν τη σο­δειά τους. Σήμερα βέβαια τα πράγματα έχουν αλλάξει προς το χειρότερο γιατί οι νυχτερίδες έχουν αρχίσει να
λιγο­στεύουν και οι αποικίες τους να χάνο­νται. Τα φυτοφάρμακα με τα οποία ρα­ντίζονται οι καλλιέργειες σκοτώνουν τα έντομα και οι νυχτερίδες όπως και τα πουλιά δεν βρίσκουν τίποτα να φά­νε. Έτσι η ισορροπία της φύσης έχει καταστραφεί. Τα χειρόπτερα κινδυ­νεύουν να χαθούν από τη γη μας, όπως ακριβώς κινδυνεύουν και άλλα θηλα­στικά, οι φώκιες, οι φάλαινες, τα δελ­φίνια.. ­Οι νυχτερίδες έχουν φανεί στη γη εδώ και 50.000.000 χρόνια. Σκεφτείτε λοιπόν πόσο σημαντικό είναι να μπορεί να παρατηρήσει κανείς ένα ζωντανό προϊστορικό ζώο στην άκρη του κήπου του, να το συμπαθήσει και στη συνέ­χεια να το προστατέψει.
Μια τέτοια εμπειρία είχε ο φίλος μας ο Μάνος πριν πολλά χρόνια όταν μι­κρή νυχτεριδούλα έπεσε από τη στέγη της εξοχικής κατοικίας του κάπου στην Ελλάδα.
Ο Μάνος είχε ακούσει πολλές κακίες για τις νυχτερίδες παρόλο που αυτές δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να φρο­ντίζουν τον άνθρωπο και είναι εξαιρε­τικά ντροπαλές και διακριτικές.
Ήταν μια ήρεμη καλοκαιρινή βραδιά και κοιτούσε τ' αστέρια που δειλά -δειλά πρόβαλαν στον ουρανό. Καθώς περπατούσε λίγο έλειψε να πατήσει ένα μικρό λιλιπούτειο πλασματάκι με κα­στανό χρώμα που είχε πέσει από την κεραμιδένια στέγη του σπιτιού. Ήταν ένας μικρός πιπιστρέλος, που του μί­λησε με ανθρώπινη φωνή... ή τέλος, πά­ντων, έτσι του φάνηκε.
«Εμείς οι νυχτερίδες είμαστε θηλαστικά και με τάισαν με γά­λα όσο ήμουν ακόμα βρέφος. Όλοι μας, όμως, πρέπει μέσα σε λίγες εβδομάδες να μάθουμε να πετάμε μόνοι μας και να βρί­σκουμε την τροφή μας. Πριν από λίγο προσπάθησα και εγώ αλλά δεν τα κατάφερα! Ξέρεις πρέπει να βρίσκουμε μόνοι την τροφή μας, δηλαδή έντομα, σκαθαράκια, κουνουπάκια και όλα τ' άλλα. Σωστή εντομόπιτα, δηλαδή» είπε και γέλασε με μια ψιλή φωνούλα ενώ το ασχημούτσικο αλλά συμπαθητικό προσωπάκι του έκανε μια γκρι­μάτσα, και συνέχισε «Είμαστε εμείς που πετάμε με μεγάλη τα­χύτητα κι έχουμε την ικανότητα να τα πιάνουμε στον αέρα. Εκτός όμως από τα έντομα της νύχτας, δεν λέμε όχι και στις μύ­γες που τις θεωρούμε ξεχωριστή λιχουδιά. Όπως βλέπεις τα σώματα μας είναι σκεπασμένα με μαλακό σαν μετάξι τρίχωμα και τα φτερά μας που είναι πτέ­ρυγες, δεν είναι τίποτα άλλο από ένα δερμάτινο λεπτό και διαφανή μανδύα, κάτι σαν κάπα. Έτσι όταν απλώνουμε τα χέ­ρια μας, μας βοηθάει να απο­γειωνόμαστε και να μπορούμε να πετάμε κάνοντας ελιγμούς.
Εγώ είμαι ο Πιπιστρέλος, ένα συνηθισμένο είδος νυχτερίδας που ζει τόσο στην πόλη όσο και στην εξοχή. Θα πρέπει να στα πω όλα γρήγορα και με μια ανά­σα γιατί η νύχτα περνάει γρή­γορα και την αυγή θα πρέπει να προσπαθήσω να είμαι πίσω στη φωλιά μου. Η οικογένεια μου θα ανησυχεί. Βλέπεις ο ήλιος πρέ­πει να μας βρίσκει στα κρεβάτια μας».
Ο Μάνος σκέφτηκε να διακόψει την πολυλογία του για να του παρατηρήσει ότι ήταν σ' όλα τους ανάποδοι. Ο Πι­πιστρέλος όμως τον πρόλαβε: «Ξέρω. Λέτε ότι έχουμε περίεργες φά­τσες, λιγάκι αστείες και σε μερι­κές από μας αρέσει να κρεμό­μαστε ανάποδα. Αυτό είναι σω­στό. Πάντως υπάρχουν μικρά και μεγάλα μεγέθη και να θυμά­σαι ότι είμαστε το πιο πλούσιο σε ποικιλία σόι πάνω στον πλα­νήτη μας με χίλια διαφορετικά είδη. Οι συγγενείς μας στα εξω­τικά μέρη των τροπικών, όπως στον Αμαζόνιο, είναι οι Ιπτάμε­νες Αλεπουδίτσες και έχουν τη συνήθεια να τρώνε τις πεσμένες μπανάνες, να πίνουν νέκταρ και με τον τρόπο τους βοηθούν στο δέσιμο των καρπών. Οι ακα­θαρσίες τους είναι πολύτιμες μια που πετώντας εδώ και κει βοηθούν να φυτρώνουν όλο και περισσότερα δάση από τους σπόρους που περιέχουν μέσα τους! Ένας, και μόνον ένας, στις χίλιες διαφορετικές φάτσες στο σόι μας, έχει περίεργες συ­νήθειες κάτι που μας «χάρισε» ένα πολύ κακό όνομα, αλλά δεν τον κατηγορώ. Βλέπεις δεν φταίει αυτός, ούτε και είναι δικό του το σφάλμα. Έτσι τον συνή­θισαν οι δικοί του βλέπεις».
«Α, τον ξέρω αυτόν» είπε ο Μάνος, «πρόκειται για την νυχτερίδα - βαμπίρ. Όλοι τον αποφεύγουν και τον φοβού­νται, όμως όπως είπες είναι ένας και μοναδικός, στα χίλια διαφορετικό είδη νυχτερίδων».

«Στην Ευρώπη όλες οι νυχτε­ρίδες τρώμε αποκλειστικά έντομα» επανέλαβε με όσο πιο δυνα­τή φωνή και πείσμα μπορούσε ο Πιπι­στρέλος. «Και να φανταστείς η μεγάλη και όχι το βρέφος - νυ­χτερίδα, κάθε βράδυ στην έξο­δο της για κυνήγι τρώει μέχρι τρεις χιλιάδες κουνουπάκια. Κουνουπάκια, που όπως καλά ξέρεις μεταφέρουν διάφορες αρρώστιες στους ανθρώπους, πέραν του ότι χαλάνε τον ύπνο».
«Πω, Πω! Μα εσείς είσαστε θησαυ­ρός» είπε ο Μάνος με θαυμασμό. Εκεί­νος έμενε συχνά άυπνος αϊτό τα κου­νούπια και τις σκνίπες που τον βασάνι­ζαν με τα καλοκαιρινά τους τσιμπήμα­τα.
«Και ξέρεις» συνέχισε ο φίλος μας ενθουσιασμένος από την εντύπωση που προκάλεσαν τα λόγια του  μπο­ρούμε και βγάζουμε από το στόμα και τη μύτη μας ήχους που εσείς δεν μπορείτε να ακούσετε γιατί είναι σε ψηλές συχνότητες Οι ήχοι αυτοί χτυπούν στα αντικείμενα ή έντομα και εμείς πιάνουμε τον αντίλαλο ή αντήχηση με τα αυτιά μας που μας βοηθούν πολύ. Αυτό λέγεται ηχοεντοπισμός κι έτσι βλέπουμε στ σκοτάδι. Κάθε πιπιστρέλο όπως εγώ ζυγίζει όσο ένα δ φράγκο και μπορεί να χωρέσει σ' ένα μικρό κουτί σπίρτα. Μα αρέσει να φωλιάζουμε στα κτίρια, αλλά πιο πολύ στα παλιά  σπίτια. Εκεί κουρνιάζουμε μονάχα για μερικές εβδομάδες το χρόνο. Στη συνέχεια βγαίνουμε στα χωράφια και στα δάση. Θα πρέπει να υπάρχει όμως αρκετό νερό εκεί. Το χειμώνα φωλιάζουμε στις σπηλιές και στις κουφάλες των δέντρων. Συνη­θίζουμε να χρησιμοποιούμε φω­λιές που δεν τις χτυπάει ο ήλιος και κουρνιάζουμε μέχρι και εξή­ντα μαζί. Η κάθε μητέρα γεννά­ει μονάχα ένα μικρό και το φρο­ντίζει 3-5 εβδομάδες. Μετά είναι έτοιμο να πετάξει για να βρει την τροφή του, όπως προσπαθώ να κάνω εγώ τώρα».
Ξαφνικά άπλωσε τα αδύνατα μπρά­τσα του και τίναξε την μπέρτα του σαν Γκλάϊντερ ή Ανεμόπτερο και προσπά­θησε να ανυψωθεί. Έπεσε. Ξαναπρο­σπάθησε. Στην τρίτη προσπάθεια κατά­φερε και υψώθηκε στον αέρα φωνάζο­ντας θριαμβευτικά στον Μάνο «φίλε μου, σήμερα ενηλικιώθηκα, εί­μαι μεγάλος πια. Και που είσαι... θα με βλέπεις συχνά, από εδώ και μπρος. Εμείς οι νυχτερίδες ζούμε μέχρι 30 χρόνια! Μην ξε­χνάς, ακόμα, ότι τον χειμώνα πέ­φτουμε σε νάρκη και σας παρα­καλούμε να σεβαστείτε τον ύπνο μας, γιατί αν μας ξυπνήσε­τε κινδυνεύουμε να πεθάνου­με».
Μείνε ήσυχος Πιπιστρέλο, θα το πω και στους άλλους ανθρώπους. Καλή σου νύχτα και σε ευχαριστώ για όσα μου έμαθες απόψε».
Πέρασαν χρόνια και η εμπειρία αυτή έμεινε αξέχαστη στον Μάνο και σίγου­ρα τον επηρέασε στην απόφαση του να σπουδάσει βιολογία, για να γνωρί­σει τα θαυμάσια μυστικά της φύσης.

Δεν υπάρχουν σχόλια: