της
Αγγελικής Βαρελλά
Παραμονές Χριστουγέννων
και οι τρεις μάγοι ετοιμάζονταν για το ταξίδι τους στη Βηθλεέμ. ...
Κάθε χρόνο τέτοιες μέρες
ζούσαν αυτή τη μοναδική εμπειρία. Σ' αυτούς είχε φανερωθεί το ουράνιο σημάδι,
το άστρο το λαμπερό. Αυτοί ήταν οι ξεχωριστοί αστρονόμοι της Περσίας που
προσκύνησαν πρώτοι το παιδί που γεννήθηκε στην ταπεινή σπηλιά.
Ο Βαλτάσαρ έριξε μια
τελευταία ματιά γύρω του. Τα είχε πάρει όλα μαζί του; Το ραβδί του; Τη σμύρνα;
Εντάξει. Ήταν έτοιμος να φύγει, όταν χτύπησε το... κινητό του. Να δεις που θα
είναι ο Μελχιόρ, σκέφτηκε.
Ήταν ο πιο ηλικιωμένος
από τους τρεις και ήταν φυσικό όλο και κάτι να είχε ξεχάσει, όλο και κάτι να
ήθελε να ρωτήσει.
Πάτησε το πλήκτρο. ·
- Εμπρός;
Πράγματι, στην οθόνη του
κινητού εμφανίστηκε ο Μελχιόρ.
Ο Βαλτάσαρ χαμογέλασε
βλέποντας το αγαθό του πρόσωπο στην οθόνη. Πυκνά γένια έκρυβαν το πηγούνι
του. Τη φαλακρίτσα του την κάλυπτε ένας τριγωνικός σκούφος. Μια βαριά καδένα
κρεμόταν στο λαιμό του. Τους ώμους του σκέπαζε η μεταξωτή του κάπα με τις
χρυσοκέντητες τρέσες. Ρουφούσε τη μύτη του γιατί ήταν συναχωμένος.
- Τι γίνεται, Μελχιόρ; Ακόμα
δεν ξεκίνησες; τον ρώτησε ο Βαλτάσαρ. .
- Πονούν τα πόδια , μου
κι έχω αρπάξει ένα γερό κρύωμα.
- Κάνε ό,τι μπορείς. Χωρίς
εμάς, Χριστούγεννα δεν γίνονται. Βάλε επάνω σου κάτι πιο χοντρό. Φώναξε κι
ένα ραδιοταξί να σε πάει ως το αεροδρόμιο...
Παρόλο που ήταν ο μεγαλύτερος
από τους τρεις, ο Μελχιόρ ήταν ο πιο...εκσυγχρονισμένος. Πρώτος εκείνος είχε αποκτήσει ηλεκτρονική ατζέντα προσωπικό
κομπιούτερ, κινητό τηλέφωνο με οθόνη και τηλεσκόπια τελευταίας τεχνολογίας. Εκείνος
τους πρότεινε να ταξιδέψουν με αεροπλάνο.
Πάνω σ' αυτό το θέμα
είχε γίνει ένας μικροκαβγάς. Ο Βαλτάσαρ ήθελε την παράδοση, δηλαδή τις
καμήλες. Δεν καταλάβαινε γιατί έπρεπε ν' αλλάξουν συνήθειες. Αν ο Μελχιόρ ήθελε
σ’ωνει και καλά ν' ακολουθήσουν όσα
γίνονται στη σύγχρονη εποχή, τότε έπρεπε ν' αλλάξουν και ντύσιμο! Να μη βάλουν
τις χρυσοκέντητες στολές τους, αλλά μπλουτζήν, μπουφάν και παπούτσια σπορτέξ!
Ύστερα όμως από πολλά δέχτηκε την ιδέα του αεροπλάνου επειδή ο Μελχιόρ θα κουραζόταν.
- Ο κόσμος άλλαξε, είχε
επιμείνει και ο Γασπάρ, πρέπει να το παραδεχτούμε. Γιατί να μη χρησιμοποιήσουμε
κι εμείς τις ευκολίες που παρέχει η σύγχρονη εποχή;
- Ο Γασπάρ με πήρε στο
τηλέφωνο και με ειδοποίησε ότι η πτήση μας θα έχει καθυστέρηση λόγω ομίχλης,
είπε βραχνά ο Μελχιόρ. Πριν ξεκινήσεις, κάνε μου μια χάρη. Ρίξε μια ματιά στο
τηλεσκόπιο σου. Σαν να μου φαίνεται ότι έρχεται μια μεγάλη βροχή από
αστεροειδείς. Για δες και ξαναπάρε με στο τηλέφωνο. Έχουμε ακόμα καιρό.
Ο Βαλτάσαρ είχε
ιδιαίτερες, μαγικές ικανότητες. Μπορούσε ν' ακούσει και να καταλάβει το
μυστικό τραγούδι τ' ουρανού.
Είχε άμεση επικοινωνία
με τ' άστρα. θαρρείς και τ' άστρα του μιλούσαν. Εκείνος ήταν που παρατήρησε
στα χρόνια εκείνα τα παλιά το αστέρι το φωτεινό, και ειδοποίησε τους άλλους δύο
μάγους.
«Κάτι μαγευτικό
συμβαίνει», τους είπε. «Πάμε ν' ακολουθήσουμε το αστέρι αυτό και την τροχιά του».
Με τη δική του προτροπή βρέθηκαν μπροστά στη φάτνη όπου γεννήθηκε ο μικρός
Σωτήρας.
Συνηθισμένος λοιπόν να
μελετά τα ουράνια φαινόμενα, ο Βαλτάσσρ έτρεξε ως το τηλεσκόπιο του και
προσπάθησε να εισχωρήσει στον αόρατο και μυστηριακό κόσμο του σύμπαντος.
Καλά το είχε αντιληφθεί
ο Μελχιόρ. Κάτι παράξενο συνέβαινε. Μια βροχή από αστέρια έπεφτε με μεγάλη
επιτάχυνση προς τη γη.
Μικρές βολίδες με
φωτεινές λάμψεις έπεφταν σε
συντρίμια στο έδαφος με εκρήξεις και βουητό. Πολλοί απ' αυτούς τους μετεωρίτες
εξαερώνονταν, άλλοι πάλι διαλύονταν, δημιουργώντας στη σύγκρουση τους με τη γη
μικρές φωτιές και ανεπαίσθητα σεισμικά κύματα.
Ο Βαλτάσαρ ξαφνιάστηκε,
όχι μόνο με τους αστεροειδείς, αλλά γιατί καθένας απ' αυτούς συνοδευόταν από
έναν ήχο, που έμοιαζε με αναστεναγμό, με αναφιλητό, με παράπονο,
Προσπάθησε ν' ακούσει
τις φωνές που έσερναν τα πεφταστέρια. Ήταν πολλές. Μπερδεύονταν μεταξύ τους.
Παρ' όλες τις μαντικές του ικανότητες δυσκολευόταν να τις ξεδιαλύνει. Ωστόσο
ξεχώρισε και συγκράτησε μερικά λόγια, όπως παρακαλώ, υγεία, διψάω, πεινώ, το
παιδί μου, και κατάλαβε ότι ήτανε ευχές και επιθυμίες ανθρώπινες.
Όταν η βροχή των
αστεριών σταμάτησε και το σύμπαν ηρέμησε ο Βαλτάσαρ απομακρύνθηκε από το
τηλεσκόπιο κι έπεσε σε βαθιά συλλογή.
Από πότε άραγε αυτές οι
ευχές, οι λαχτάρες, να είχαν σταλεί στον ουρανό και να είχαν καρφωθεί στ' αστέρια;
Τώρα πρόσφατα; Πριν από δύο χιλιάδες χρόνια; Πιο παλιά ακόμα; Είχαν πραγματοποιηθεί
ή έμειναν απραγματοποίητες και ξαναγύρισαν πίσω μέσα σε λάμψεις, εκρήξεις και
σεισμικές δονήσεις;
Και πώς θα μπορούσε
αυτός. ο Βαλτάσαρ να βοηθήσει λίγο τον κόσμο;
Είχε απορροφηθεί στις
σκέψεις του όταν το κουδουνισμό του τηλεφώνου τον επανέφερε στην
πραγματικότητα.
- Βαλτάσαρ, είμαι ο
Γασπάρ. Ξεκινά. Ήρθε η ώρα. Μην αργήσουμε:
«Να και τα καλά της τεχνολογίας»,
σκέφτηκε. Αν δεν κουδούνιζε το τηλέφωνο
θα έμενα βυθισμένος στις σκέψεις μου, ως αύριο το πρωί. Όμως ο κόσμος
παρ' όλες τις προόδους που έκανε εξακολουθεί να έχει πάντα τα ίδια προβλήματα.
Πήρε το ραβδί του, το
κουτί με τη σμύρνα, άνοιξε την πόρτα, μα στ' αυτιά του βοούσαν ακόμα οι
απροσδιόριστες φωνές, τα ξεχειλίσματα της ψυχής των ανθρώπων που παρακαλούσαν
τα πεφταστέρια για λίγη ευτυχία, χαρά, φαί και νερό.
Ύστερα τα μάτια του
έλαμψαν. «Το ταξίδι στη Βηθλεέμ». Αυτό ήταν. Εκεί θα γεννιόταν το μικρό παιδί,
θ’ αναγεννιόταν η προσδοκία της αγάπης. Κι εκείνος, ο Βαλτάσαρ, μαζί με το
Μελχιόρ και τον Γασπάρ θα ξανάφερναν στον κόσμο το μήνυμα της Ελπίδας, όπως το
έκαναν τόσα χρόνια τώρα, για να μπορεί ο κόσμος ν' αντέχει.
Συνάντησε τους άλλους δύο
στο αεροδρόμιο. Ο Μελχιόρ ήταν καλά ντυμένος, αισθανόταν καλύτερα και τον
ρώτησε μονολεκτικά.
- Είδες;
- Είδα... το ίδιο μονολεκτικά
απάντησε ο Βαλτάσαρ
- Άκουσες;
- Άκουσα, αλλά όχι τόσο
ξεκάθαρα.
Ο Βαλτάσαρ έσκυψε στο
αυτί του Μελχιορ. Τον παρακάλεσε:
- Μελχιόρ, τι θα έλεγες να μην ταξιδέψουμε μ’ αεροπλάνο;
- Φοβάσαι τα κενά αέρος;
Έδειξε την απορία το. ο ηλικιωμένος μάγος.
- Όχι' Απλά θέλω να
πορευτούμε προς τη Φάτνη με τις καμήλες μας, παραδοσιακά και όμορφα. Όπως
κάνουμε εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια. Είμαστε, Μελχιόρ, οι τρεις Μάγοι με τα
δώρα. Μην το ξεχνάς. Είμαστε οι εκλεκτοί. Σ' αυτή την ιστορώ της γέννησης του
Χριστού παίζουμε σπουδαίο . ρόλο. Γιατί να το αλλάξουμε; Δεν μου πάει. Άλλωστε
κι ο κόσμος, παρ' όλες τις προόδους του παραμένει ίδιος. Δε συμφωνείς;
- Ποτέ δεν διαφώνησα
μαζί σου, Βαλτάσαρ, φτερνίστηκε ο Μελχιόρ.
Κι
ο Γασπάρ συμφώνησε, «Θα πάμε με τις καμήλες!»
Ακύρωσαν
τα εισιτήρια τους και έψαξαν να βρουν έναν καμηλιέρη.
Το
υπέροχο ταξίδι άρχιζε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου